• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

στενόω

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αρχαία ελληνικά (grc)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ρήμα
      • 1.2.1 Συγγενικά

Αρχαία ελληνικά (grc)

επεξεργασία

Ετυμολογία

επεξεργασία
στενόω < στενός

Ρήμα

επεξεργασία

στενόω και ιωνικός τύπος στεινόω

  • καθιστώ στενό, περιορίζω

Συγγενικά

επεξεργασία
  • στεινός και στεινός και στενυγρός, δηλαδή ο στενός
  • στενότης και στεινότης, δηλαδή η στενότητα
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=στενόω&oldid=5255546"
Τελευταία επεξεργασία στις 20 Σεπτεμβρίου 2021, στις 07:12

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • Malagasy
    • Русский
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 20 Σεπτεμβρίου 2021, στις 07:12.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας