Ετυμολογία

επεξεργασία
σταθερότυπος < σταθερός + τύπος, απόδοση του αγγλικού standard

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

σταθερότυπος αρσενικό

Άλλες μορφές

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία