σμικρά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίασμικρά < σμικρός
Επίρρημα
επεξεργασίασμικρά
Μεταφράσεις
επεξεργασία σμικρά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίασμικρά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του σμικρό
σμικρά < σμικρός
σμικρά
|
σμικρά