Δείτε επίσης: σκιαγραφῶ

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

σκιαγραφώ < αρχαία ελληνική σκιαγραφέω / σκιαγραφῶ < σκιά + -γραφώ

  Ρήμα επεξεργασία

σκιαγραφώ

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία