σκιαγραφήσεις
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
σκιαγραφήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος σκιαγραφώ
- θα σκιαγραφήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος σκιαγραφώ
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
σκιαγραφήσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του σκιαγράφηση