Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
σαλάμβη
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αρχαία ελληνικά
(grc)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Συγγενικά
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
σαλάμβη
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
σαλάμβη
θηλυκό
οπή
,
τρύπα
τρύπα
στην
οροφή
της
οικίας
για
εξαερισμό
φεγγίτης
καπνοδόχος
Συγγενικά
επεξεργασία
Σαλαμβάς
(
προσωνυμία
της
Αφροδίτης
)
Σαλαμβώ
(
προσωνυμία
της
Αφροδίτης
)