Ετυμολογία

επεξεργασία
πρωτοφορώ < πρωτο- + φορώ

πρωτοφορώ (παθητική φωνή: πρωτοφοριέμαι)

Άλλες μορφές

επεξεργασία

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία