Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

πρωτοφορώ < πρωτο- + φορώ

  Ρήμα επεξεργασία

πρωτοφορώ (παθητική φωνή: πρωτοφοριέμαι)

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία