προτιμότερο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- προτιμότερο < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου προτιμότερος
Επίρρημα επεξεργασία
προτιμότερο
- κάτι που το προτιμούμε περισσότερο
Εκφράσεις επεξεργασία
- προτιμότερο από το τίποτα (αγγλικά: better than nothing)
Μεταφράσεις επεξεργασία
προτιμότερο
|