προεπιλεγμένη παράμετρος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

προεπιλεγμένη παράμετρος < → δείτε τις λέξεις προεπιλεγμένος και παράμετρος, (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική default parameter ή default argument

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

προεπιλεγμένη παράμετρος

  Μεταφράσεις επεξεργασία