Δείτε επίσης: πρωτοδημοσιεύω

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

προδημοσιεύω < προ- + δημοσιεύω

  Ρήμα επεξεργασία

προδημοσιεύω (παθητική φωνή: προδημοσιεύομαι)

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία