πο-
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαπο- < από με αφαίρεση του αρχικού ⟨α⟩
Πρόθημα
επεξεργασίαπο- ή πό-
Σύνθετα
επεξεργασίαεπίσης δείτε
Πηγές
επεξεργασία- παραδείγματα στο Γιαγκουλλής, Κωνσταντίνος Γ. (2005). Θησαυρός Κυπριακής Διαλέκτου: Ερμηνευτικός και ετυμολογικός της Μεσαιωνικής και Νεότερης Κυπριακής (B' έκδοση).