Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ποστρεστάντ < γαλλική poste restante < poste + restante

  Επίρρημα επεξεργασία

ποστρεστάντ

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ποστρεστάντ ουδέτερο άκλιτο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία