πετάω λεφτά απ' το παράθυρο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- πετάω λεφτά απ' το παράθυρο < → δείτε τη λέξη πετάω στη σημασία: ρίχνω, λεφτά, απ' (από), το & παράθυρο στην αιτιατική ενικού
Έκφραση
επεξεργασίαπετάω λεφτά απ' το παράθυρο
- κάνω άσκοπες και ανεπιτυχείς ενέργειες
Μεταφράσεις
επεξεργασία πετάω λεφτά απ' το παράθυρο
|