παρουσιάζομαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαπαρουσιάζομαι, πρτ.: π-αορ, στ.μέλλ.: θα παρουσιάστηκα, μτχ.π.π.: παρουσιασμένος
- παθητική φωνή του ρήματος παρουσιάζω
- σημασίες παθητικές
- προσέρχομαι σε δικαστήριο, στο στρατό ή αλλού, επειδή είμαι υποχρεωμένος να αναλάβω συγκεκριμένα καθήκοντα
- ⮡ Το έμαθες; Ο Νίκος παρουσιάστηκε στο δικαστήριο ως ένορκος.
Μεταφράσεις
επεξεργασία παρουσιάζομαι σε δικαστήριο
|