παρακαλεστικά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαπαρακαλεστικά < παρακαλεστικός + -ά
Επίρρημα
επεξεργασίαπαρακαλεστικά
Μεταφράσεις
επεξεργασία παρακαλεστικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαπαρακαλεστικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του παρακαλεστικό