παραγεμιστά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
παραγεμιστά < παραγεμιστός
Ουσιαστικό επεξεργασία
παραγεμιστά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- τα γεμιστά (λαχανικά γεμισμένα)
- γλυκίσματα γεμισμένα πχ με ξηρούς καρπούς
Μεταφράσεις επεξεργασία
παραγεμιστά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
παραγεμιστά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του παραγεμιστό