Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
πανάρω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
πανάρω
<
γαλλική
paner
<
pain
<
λατινική
panis
Ρήμα
επεξεργασία
πανάρω
(
γαστρονομία
)
κυλώ
ένα
έδεσμα
σε τριμμένη
ψίχα
ψωμιού ή σε τριμμένη
φρυγανιά
, προτού το
τηγανίσω
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τη λέξη
πανέ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
πανάρω
γαλλικά
:
paner
(fr)