Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ουμμέτι
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ουμμέτι
<
τουρκική
ümmet
<
αραβική
أمة
(
ummah
:
ούμα
,
κοινότητα
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ουμμέτι
ουδέτερο
κοινότητα των
Μουσουλμάνων
Συνώνυμα
επεξεργασία
ούμα
Συγγενικά
επεξεργασία
αμέτι μουχαμέτι
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ουμμέτι
αγγλικά
:
ummah
(en)
γαλλικά
:
oumma
(fr)
,
umma
(fr)