ορυκτά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαορυκτά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ορυκτό
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαορυκτά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ορυκτός