ορθά
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
ορθά < ορθός
ΕπίρρημαΕπεξεργασία
ορθά
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
ορθά
Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία
ορθά
- ορθό, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του πληθυντικού
ορθά < ορθός
ορθά
ορθά