ονειροβατώ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /o.ni.ɾo.vaˈto/
Ρήμα επεξεργασία
ονειροβατώ
- ζω σαν σε όνειρο, εκτός της πραγματικότητας
Συνώνυμα επεξεργασία
- αιθεροβατώ
- ουρανοβατώ
- είμαι στον κόσμο μου / στην κοσμάρα μου
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ονειροβατώ
|