ομολογιακά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ομολογιακά < ομολογιακός + -ά
Επίρρημα επεξεργασία
ομολογιακά
- με ομολογιακό τρόπο
Μεταφράσεις επεξεργασία
ομολογιακά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
ομολογιακά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του ομολογιακός