Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

οδόντα αντί οδόντος < από βιβλική φράση ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος → δείτε Λευϊτικόν ΚΔ΄,Κ΄ «σύντριμμα ἀντὶ συντρίμματος, ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος» και Εὐαγγέλιον τὸ κατὰ Ματθαῖον 5,38 «Ἠκούσατε ὅτι ἐρρέθη, Ὀφθαλμὸν ἀντὶ ὀφθαλμοῦ, καὶ ὀδόντα ἀντὶ ὀδόντος» κ.ά.

  Έκφραση επεξεργασία

οδόντα αντί οδόντος

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία