ξυλογραφώ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ξυλογραφώ < ουσιαστικό ξυλογραφία
Ρήμα επεξεργασία
ξυλογραφώ
- χαράσσω σχέδιο πάνω σε ξύλο με σκοπό την εκτύπωσή του σε χαρτί
- αναπαράγω μια εικόνα με την τεχνική της ξυλογραφίας
Συγγενικά
Μεταφράσεις επεξεργασία
ξυλογραφώ
|