ξενοδοχεία
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kse.no.ðoˈçia/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ξε‐νο‐δο‐χεί‐α
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαξενοδοχεία ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ξενοδοχείο
Δείτε επίσης : ξενοδοχεῖα, ξενοδοχία |
ξενοδοχεία ουδέτερο