• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

νόμιμα

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Επίρρημα
      • 1.3.1 Αντώνυμα
      • 1.3.2 Μεταφράσεις
    • 1.4 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

νόμιμα < νόμιμος

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈno.mi.ma/

  ΕπίρρημαΕπεξεργασία

νόμιμα ή νομίμως (τροπικό)

  • με νόμιμο τρόπο

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • παράνομα, παρανόμως

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    νόμιμα
  • αγγλικά : legally (en), lawfully (en)

  Κλιτικός τύπος επιθέτουΕπεξεργασία

νόμιμα

  • ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του νόμιμο
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=νόμιμα&oldid=5496430"
Τελευταία επεξεργασία στις 1 Φεβρουαρίου 2022, στις 17:51

Γλώσσες

    • English
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 1 Φεβρουαρίου 2022, στις 17:51.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie