μπριλάντ
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- μπριλάντ < γαλλική brillant < briller < ιταλική brillare < λατινική beryllus / berillus < ελληνιστική κοινή βήρυλλος (αντιδάνειο) < σανσκριτική वैडूर्य (vaiḍūrya)
Ουσιαστικό επεξεργασία
μπριλάντ ουδέτερο άκλιτο
- άλλη μορφή του μπριγιάντι
Μεταφράσεις επεξεργασία
μπριλάντ
|