μπορς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαμπορς ουδέτερο άκλιτο
- (γαστρονομία) είδος σούπας λαχανικών συνήθως με παντζάρια
Συνώνυμα
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- μπορς στη Βικιπαίδεια
μπορς ουδέτερο άκλιτο