μπλουζ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μπλουζ < (λόγιο δάνειο) αγγλική blues [1] (κυριολεκτικά: τα μπλε (για τις «μπλε» νότες, τα μπλε διαστήματα) [2]
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαμπλουζ ουδέτερο άκλιτο
- (μουσική) είδος μουσικής, τραγουδιών που ξεκίνησε στα τέλη του 19ου αιώνα από τις αφροαμερικάνικες κοινότητες του νότου των Η.Π.Α. με χαρακτηριστικές αρμονικές συνδέσεις του είδους και ύφος μπαλάντας
- (χορός) αργός χορός για ζευγάρι με μουσική μπλουζ
- ⮡ Περίμενε όλο το βράδυ για να χορέψει ένα μπλουζ μαζί της.
Μεταφράσεις
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ μπλουζ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑
- μπλουζ στη Βικιπαίδεια