Ετυμολογία

επεξεργασία
μελοδραματοποιώ < μελοδραματικός + -ποιώ ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική mélodramatiser)

μελοδραματοποιώ

  Μεταφράσεις

επεξεργασία