Ετυμολογία

επεξεργασία

μεγαλουργά < μεγαλουργός

  Επίρρημα

επεξεργασία

μεγαλουργά

  • με μεγαλουργία, με θαυμαστό τρόπο (όχι ιδιαίτερα δόκιμο επίρρημα)

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

μεγαλουργά