μαθημένα τα βουνά απ' τα χιόνια
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μαθημένα τα βουνά απ' τα χιόνια < → δείτε τις λέξεις μαθημένος, τα, βουνό, από και χιόνι στον πληθυντικό
Προφορά
επεξεργασίαΠαροιμία
επεξεργασίαμαθημένα τα βουνά απ' τα χιόνια