μαγικά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
μαγικά < μαγικός
Ουσιαστικό επεξεργασία
μαγικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- τα μάγια, μαγική ενέργεια
Μεταφράσεις επεξεργασία
μαγικά
→ δείτε τη λέξη μάγια |
Επίρρημα επεξεργασία
μαγικά
- με μαγικό τρόπο
Μεταφράσεις επεξεργασία
μαγικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου επεξεργασία
μαγικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του μαγικό