Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λούρεξ
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Δείτε επίσης
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
λούρεξ
<
αγγλική
Lurex
<
lure
+
-ex
<
αγγλονορμανδική
lure
<
παλαιά γαλλική
loirre
<
φραγκική
*
lōþr
<
πρωτογερμανική
*
lōþr
-
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λούρεξ
ουδέτερο
(
ενδυμασία
)
ελαστικό
ύφασμα
με
γυαλιστερή
κλωστή
Δείτε επίσης
επεξεργασία
Lurex
στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λούρεξ
αγγλικά
:
Lurex
(en)