Ετυμολογία

επεξεργασία
κόβω τον αέρα < → δείτε τις λέξεις κόβω, τον και αέρα, αιτιατική ενικού του αέρας

  Έκφραση

επεξεργασία

κόβω τον αέρα

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία