Ετυμολογία

επεξεργασία
κτηματογραφώ < κτηματογράφηση + (αναδρομικός σχηματισμός)

κτηματογραφώ (παθητική φωνή: κτηματογραφούμαι)

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία