Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κοψοτιμή < (νεολογισμός) κοψοτιμής με κοψο- + τιμή, κατά το κοψοχρονιά

  Επίρρημα επεξεργασία

κοψοτιμή

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία