Ετυμολογία

επεξεργασία
μισοτιμής < μισο- (<μισός) + τιμ(ή) + -ής

  Επίρρημα

επεξεργασία

μισοτιμής

  1. στη μισή από την κανονική αξία
  2. (μεταφορικά) πάρα πολύ φτηνά, σχεδόν τζάμπα

  Μεταφράσεις

επεξεργασία