Ετυμολογία

επεξεργασία
κοφτά < κοφτός

Επίρρημα

επεξεργασία

κοφτά

  • απότομα και χωρίς περιθώριο για αντιρρήσεις
τους μίλησε ορθά κοφτά και δε σήκωνε αντιρρήσεις

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία