Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κοντανασαίνω
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Συνώνυμα
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κοντανασαίνω
<
κοντός
+
ανασαίνω
Ρήμα
επεξεργασία
κοντανασαίνω
δυσκολεύομαι να αναπνεύσω,
αναπνέω
με μικρές και γρήγορες
εισπνοές
και
εκπνοές
, συνήθως λόγω έντονης προσπάθειας
Συγγενικά
επεξεργασία
κοντανάσασμα
Συνώνυμα
επεξεργασία
ασθμαίνω
λαχανιάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κοντανασαίνω
→
δείτε
τις λέξεις
ασθμαίνω
και
λαχανιάζω