Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

καῦκα < καῦκος + Δείτε και (ελληνιστική κοινήκαυκίον, υποκοριστικό του αρχαία ελληνική καῦκος με σημασία: κούπα • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Ουσιαστικό επεξεργασία

καῦκα θηλυκό

Άλλες μορφές επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

→ και δείτε τη λέξη καῦκος

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία