Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

κατ' ουσίαν < → δείτε τη λέξη  κατά + ουσία

  Έκφραση επεξεργασία

κατ' ουσίαν

  • στην πραγματικότητα, εξετάζοντας σε βάθος τα πράγματα και όχι μένοντας απλώς στην εξωτερική τους όψη

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία