καταπονήσεις
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ρηματικός τύποςΕπεξεργασία
καταπονήσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος καταπονώ
- θα καταπονήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος καταπονώ
Κλιτή μορφή ουσιαστικούΕπεξεργασία
καταπονήσεις θηλυκό
- καταπόνηση, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του πληθυντικού