Δείτε επίσης: καραμελώνω

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

καραμελιάζω < καραμέλα + -ιάζω

  Ρήμα επεξεργασία

καραμελιάζω

Συγγενικά επεξεργασία

Κλίση επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία