Ετυμολογία

επεξεργασία
κέικ < αγγλική cake
 
κέικ πασπαλισμένο με ζάχαρη άχνη

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

κέικ ουδέτερο άκλιτο (και κεκ)

  • γλυκό από ζύμη με αλεύρι, ζάχαρη, αβγά και μαγιά που ψήνεται στο φούρνο συνήθως μέσα σε μακρόστενες ή στρογγυλές φόρμες με τρύπα μπορεί να περιέχει και διάφορα άλλα συστατικά

Παράγωγα

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία