ιδρύσεις
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
ιδρύσεις
- (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ιδρύω
- θα ιδρύσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ιδρύω
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
ιδρύσεις θηλυκό
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ίδρυση