Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ηρωοποιήσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ηρωοποιώ
  2. θα ηρωοποιήσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ηρωοποιώ

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία

ηρωοποιήσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ηρωοποίηση