Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

ζυγίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ζυγίζω
  2. θα ζυγίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ζυγίζω

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία

ζυγίσεις θηλυκό

  1. ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ζύγιση