ζουράρης
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαζουράρης αρσενικό
- τοκογλύφος, εκμεταλλευτής
- ※ 17ος αιώνας Καταγγελία κατά ζουράρη (κρητικό κείμενο) @greek-language.gr Αρχείο Κριαρά #Κριαράς, Μελετήματα
- Ἐν τῷ χωρίῳ Ἅγιο Σίλα εὑρίσκεται ἕνας κακὸς ἄνθρωπος, ζουράρης, ἀκομὴ καὶ φονέας
- άλλη γραφή: 'ζουράρης
- άλλες μορφές: ζουριάρης, οὐζουριάρης
- ※ 17ος αιώνας Καταγγελία κατά ζουράρη (κρητικό κείμενο) @greek-language.gr Αρχείο Κριαρά #Κριαράς, Μελετήματα
Συγγενικά
επεξεργασία- ζουρεύω, ζουρεύγω
- ζουρευτικά (επίρρημα)
- ζούρια
- ζουριάζω
- ζουριάρης
- ζουριάριος
- ζουριάρω
- ζουρόν
- ζουρός
- ζουρώνω
→ και δείτε τη λέξη ζούρα ('ζούρα)
Δείτε επίσης
επεξεργασία- νέα ελληνικά: Ζουράρης (επώνυμο)
- νέα ελληνικά: αποζούρι (ιδιωματικό)
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ σελ. 775 usuraro - Boerio, Giuseppe (1867) Dizionario del dialetto veneziano (Λεξικό της βενετικής διαλέκτου), Βενετία: G. Cecchini. 3η έκδοση @books.google.
- ↑ ’ζουράρης - Επιτομή του Λεξικού Κριαρά της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, [μονοτονικό σύστημα].
Πηγές
επεξεργασία- ζουράρης - Πάπυρος–Λαρούς–Μπριτάννικα: Λεξικό της ελληνικής γλώσσας, αρχαίας - μεσαιωνικής - νέας, ερμηνευτικό - ετυμολογικό. Αθήνα: Πάπυρος, 1981‑1994, έκδοση: 2013.
- σελ. 30, Τόμος Ζ΄ --Κριαράς, Εμμανουήλ. Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669). Τόμοι Α'-ΙΗ'. (Τόμοι ΙΕ'-ΙΗ' επιμ. Ιωάννης Ν. Καζάζης) πολυτονικό σύστημα: τόμοι 1-5, μεταγραφή σε μονοτονικό: τόμοι 6-τέλος], pdf.Βιβλιογραφία. Άπαντα Εμμανουήλ Κριαρά στην Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας.
- Εμμανουήλ Κριαράς, Μεσαιωνικά Μελετήματα Γραμματεία και γλώσσα Β΄, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών, Θεσσαλονίκη 1988, σελ. 348, σελ. 349, σελ. 370, σελ. 377, σελ. 387, σελ. 572.