ζευγαρωτά
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- ζευγαρωτά < ζευγαρωτός
Επίρρημα
επεξεργασίαζευγαρωτά
- δύο δύο, ανά δύο
- αυτός ο χορός χορεύεται ζευγαρωτά
- προχώρησαν ζευγαρωτά
Μεταφράσεις
επεξεργασία ζευγαρωτά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαζευγαρωτά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του ζευγαρωτό